Τι είναι;
Η θόλωση του φυσικού κρυσταλλοειδούς φακού του ματιού ονομάζεται καταρράκτης.
Που οφείλεται;
Η πιο συχνή αιτία αυτού είναι η γήρανση με τις αλλαγές που τη συνοδεύουν σε βιοχημικό επίπεδο στο μικροπεριβάλλον του φακού. Αυτός είναι και ο λόγος που συνήθως εμφανίζεται μετά τα 55 έτη, με την έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία και την κακή διατροφή να αποτελούν επιβαρυντικούς παράγοντες για εμφάνιση σε μικρότερες ηλικίες. Σε νεότερες ηλικίες μπορεί να εμφανίζεται από άλλα αίτια όπως τραυματισμός του οφθαλμού ή διαταραχές στον μεταβολισμό. Αρκετά σπανιότερα μπορεί να εμφανίζεται ως συγγενής καταρράκτης με την γέννηση.
Παράγοντες που φαίνεται να επιβραδύνουν την εξέλιξη του καταρράκτη είναι η προστασία από την υπεριώδη ακτινοβολία (χρήση κατάλληλων γυαλιών ηλίου), η διακοπή του καπνίσματος, η καθημερινή πρόσληψη βιταμινών και αντιοξειδωτικών ουσιών μέσω μιας ισορροπημένης δίαιτας που περιλαμβάνει φρούτα και λαχανικά, η σωματική άσκηση με διατήρηση χαμηλού σωματικού βάρους, η αποφυγή φαρμάκων που επιταχύνουν τη δημιουργία καταρράκτη όταν λαμβάνονται μακροχρόνια (π.χ. κορτιζόνη, αντισυλληπτικά κα) καθώς και η καλή ρύθμιση συνοδών προβλημάτων υγείας (π.χ. σακχαρώδους διαβήτη, υπερλιπιδαιμίας κα) που φαίνεται να συμμετέχουν στη δημιουργία καταρράκτη.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Συχνά συμπτώματα του καταρράκτη είναι η μείωση της όρασης και ακόμα περισσότερο της νυχτερινής όρασης, η μειωμένη αντίληψη των χρωμάτων, ποικίλες ενοχλήσεις από πηγές φωτός κατά τη νύκτα, συχνές αλλαγές στις συνταγές γυαλιών και μειωμένη ευαισθησία αντίθεσης.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Στα προχωρημένα στάδια του καταρράκτη, όπου η μείωση στην όραση είναι μεγάλη, μόνη θεραπεία αποτελεί η χειρουργική επέμβαση. Αν και πρόσφατα εισήχθη η τεχνολογία laser με καλές προοπτικές για το μέλλον, η πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη τεχνική είναι αυτή της φακοθρυψίας με υπερήχους που έχει πολύ υψηλό ποσοστό επιτυχίας, δεν απαιτεί νοσηλεία και παρέχει άμεση αποκατάσταση της οπτικής λειτουργίας. Κατά τη διάρκειά της ο καταρρακτικός φακός κατακερματίζεται με τη βοήθεια των υπερήχων και στη θέση του τοποθετείται ένας τεχνητός ενδοφθάλμιος φακός (ενδοφακός).
Οι ενδοφακοί μπορεί να διαθέτουν ένα (μονοεστιακοί) ή πολλαπλά (πολυεστιακοί) σημεία εστίασης και να διορθώνουν τον κερατοειδικό αστιγματισμό (τορικοί) ανάλογα με τις οπτικές ανάγκες του κάθε ασθενούς. Επίσης οι προσαρμοστικοί ενδοφακοί προσπαθούν να μιμηθούν τη δυνατότητα προσαρμογής του φυσικού φακού του οφθαλμού.